31.3.12

Φταίνε τα τραγούδια μια κριτική για το βιβλίο


Δημήτρη Θεολόγου, Φταίνε τα τραγούδια

Ελπίδα Γρηγοράκη 10/1/2012
από την καθημερινή εφημερίδα Λασιθίου Ανατολή

«Οι εποχές μας στο νησί/ μυρίζουνε μαγειρευτό φαΐ/
γεμάτες γλέντια και κραιπάλη/ με το ρυθμό του πεντοζάλη.

Φθινοπώριασε στην Κρήτη/ ψιχαλίζει χαρμολύπη/
που τη μάνα γη ποτίζει/ και αρώματα αναβλύζει.

Του Νοέμβρη η βροχή/ στάζει μέλι και ρακί/
που ρακόμελο το κάνουν/ το Δεκέμβρη να ζεστάνουν.

Χειμωνιάζει κι η δροσιά/ θέλει άλλη φορεσιά /
να ‘ν’ ζεστή από τραγούδια/ να ξυπνάνε τα λουλούδια.

Και σεβάσμιοι ψαλτάδες/ μες την άνοιξη που ανθεί/
τραγουδάνε για τα πάθη/ στου Ερωτόκριτου τ’ αυτί.

Καλοκαίρι κι ο Λυδάκης/ τραγουδάει την Αρετούσα/
και οι Χαΐνηδες γλεντάνε στα Σφακιά και τη Γραμβούσα»,
γράφει ο Δημήτρης Θεολόγου υπό τον τίτλο «Οι εποχές στην Κρήτη».

Το ποίημα περιέχεται στο βιβλίο του «Φταίνε τα τραγούδια», που
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μετρονόμος». Και ο αναγνώστης
εκ των υστέρων αντιλαμβάνεται ότι ο τίτλος είναι κυριολεκτικός
και αποκαλύπτει την πηγή της έμπνευσης του γράφοντα.
Του γράφοντα ποιητή ή συγγραφέα ή συλλέκτη; Ή ενός γράφοντος
υποκειμένου που συγχωνεύει όλες αυτές τις καλλιτεχνικές ιδιότητες
και τις συνακόλουθες ανησυχίες.
Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου καλύπτουν τα ποιήματα με θεματική
επίκαιρη, βασισμένα στις αναμνήσεις και στη σύγχρονη πραγματικότητα.
Ωστόσο συνοδεύονται και από εν είδει διηγημάτων πεζά, επιστολές,
χειρόγραφα, φωτογραφίες και αφιερώσεις.

«Χρώματα από μνήμες και εποχές μού βάψανε τις λέξεις»
Χαρακτηριστικό της γραφής του κ. Θεολόγου είναι οι αφιερώσεις,
οι αναφορές και οι παραπομπές σε οικεία πρόσωπα που η μνήμη του
διατηρεί αναλλοίωτα και ζωντανά, αλλά και σε μουσικούς, συνθέτες
και εκτελεστές, και λογοτέχνες.
Ο Δημήτρης Θεολόγου γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα του χρόνια στις
φτωχογειτονιές στη Νέα Ιωνία του Βόλου. Στη δεκαετία του ‘60 η
οικογένειά του αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στην Αθήνα, στο Νέο Ψυχικό
των Μικρασιατών προσφύγων με τα μικρά σπιτάκια και τις αυλές.
Στιγμές, πρόσωπα, γεγονότα και βιώματα διοχετεύονται στη γραφή του.
Από τη μητέρα του και τους γείτονες στη Νέα Ιωνία του Βόλου και την ανάμνηση μεταβαίνει στον ήχο και τη μουσική.

Μέσα από αφηγήσεις, ντοκουμέντα και φωτογραφίες παρουσιάζει ανθρώπους
που τον έκαναν να αγαπήσει με πάθος τη μουσική και τα τραγούδια.
Τον Παναγιώτη Αχειλά, μεγάλο καλλιτέχνη στο βιολί και στο κανονάκι
και το Νίκο Θεολόγου, λαϊκό τραγουδιστή της μικρασιατικής παράδοσης.
Δάσκαλοι κι οι δυο, στυλοβάτες της σχολής παραδοσιακής μουσικής της
Νέας Ιωνίας του Βόλου, που έφεραν πολλούς νέους ανθρώπους κοντά
στη μουσική παράδοση των προσφύγων και έδωσαν δεκάδες συναυλίες
σε όλη την Ελλάδα. Άλλωστε, όπως αναφέρει ο κ. Θεολόγου αναφερόμενος
στο βιβλίο του, «Στο δρόμο το έγραψα αναζητώντας το κρυμμένο φως της Ιωνίας».

Δεν παύει να μνημονεύει σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης «σπουδαίους
καλλιτέχνες, που με τα τραγούδια τους κόσμησαν το αισθητικό τοπίο της
χώρας», όπως τον Άκη Πάνου, το Βασ. Τσιτσάνη, τον Ηλία Κατσούλη,
το Στέλιο και το Μάρκο Βαμβακάρης, τη Δανάη Στρατηγοπούλου.
Αλλά δεν ξεχνά και τους νεότερους: την Ελευθερία Αρβανιτάκη,
το Θανάση Παπακωνσταντίνου το Λευτέρη Παραδόπουλο, τον Κώστα
Μουρσελά, τον Πυθαγόρα και τις στιχουργικές ιδέες του Γιάννη
Δεσποτάκη, πάνω στις οποίες βασίστηκαν τρία ποιήματά του.
Μάλιστα στο βιβλίο του τον αναγνώστη καλωσορίζει ένα
μότο-δάνειο από το «Λαβύρινθο» του Σωκράτη Μάλαμα εισάγοντάς τον
στον κόσμο του ελληνικού τραγουδιού. Επίσης δε λείπουν οι αναφορές
και οι αναδρομές σε ραδιοφωνικές εκπομπές, παραγωγούς, αλλά και
στην ξένη μουσική.

«Λόγια και μουσικές με πήραν απ’ το χέρι
και με πήγαν στις γειτονιές των ποιητών…»
Το βιβλίο ανοίγουν δύο πρόλογοι του Δημήτρη Παπαδημούλη και
της Αικατερίνης Τεμπελη. Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το πρώτο
τόμο «Η Λέσχη» της τριλογίας «Ακυβέρνητες Πολιτείες» του Στρατή Τσίρκα.
Τιτλοφορείται «Εξομολόγηση στα χρόνια της αθωότητας» και παρουσιάζει
την ψυχική κατάσταση του γράφοντος και τη διάθεση απολογισμού,
εσωστρέφειας και ενδοσκόπησης που τον διακατέχει.
Τον Τσίρκα διαδέχονται κι άλλοι λογοτέχνες στους οποίους αφιερώνονται
ποιήματα, ο Μ. Αναγνωστάκης, ο Τ. Λειβαδίτης, ο Μ. Ελευθερίου, ο Γκάτσος,
ο Κ. Γ. Καρυωτάκης.

«Μόνη αλήθεια μου παιδιά/ είναι τα λόγια τούτα/
που έχουν στολίδια μουσικές/ τζουράδες και λαούτα»
Ο κ. Θεολόγου ακροβατεί μεταξύ μουσικής και λογοτεχνίας και
οδηγεί τον αναγνώστη στο δίλημμα ποία τέχνη υπηρετεί την άλλη.
Πάντως απ’ ό,τι φαίνεται ο ίδιος έχει αποδεχτεί την ισοδυναμία
και την αλληλοεξάρτησή τους.
Και δεν πρόκειται για λογοτεχνική ή καλλιτεχνική persona.
Αλλά για modus vivendi. Τελειώνοντας το δημοτικό ξεκίνησε να
δουλεύει σαν υπάλληλος σε βιβλιοπωλείο, ενώ παράλληλα τελείωσε
νυχτερινό Γυμνάσιο και Λύκειο. Έκανε ραδιοφωνικές εκπομπές για
μια δεκαετία. Ταξίδεψε με όχημα τη μουσική και τα τραγούδια μέσα
από τις συχνότητες της «Κοκκινοσκουφίτσα στα fm», του «Αιγαίο fm»,
του «Ράδιο Βερόνικα» και της «Αθηναϊκής Ραδιοφωνίας».
Σήμερα εργάζεται σαν υπεύθυνος πωλήσεων στο χώρο των
βιβλιοχαρτοπωλείων και κατοικεί στο Χαλάνδρι.

Αντί επιλόγου
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου φιλοξενείται το εξής ποίημα του κ. Θεολόγου,
που φέρει τον τίτλο «Φταίνε τα τραγούδια»:
Λόγια και μουσικές με πήραν απ’ το χέρι/
και με πήγαν στις γειτονιές των ποιητών./
Περπάτησα σε δρόμους με φιλόξενα σπίτια/
οι κήποι τους ευωδίαζαν αρώματα ζωής/
και πού και πού κανένα στίχο της στιγμής.
Στιχάκια, κρυψώνες μιας ζωής/
εκεί μέσα φύλαξα τα πολύτιμα/
βουτηγμένα στη χαρά και τη λύπη/
βαφτισμένα στις παρέες και τη μοναξιά/
στης οικογένειας την αγκαλιά/
ζαλισμένα απ’ τα μεράκια και τα πιοτά/
χόρεψαν τη ζωή μου ζεϊμπεκιά.
Όλα αυτά μετέτρεψαν τις λέξεις/
σε στρατό νοημάτων που αφηγείται ιστορίες/
άλλες με αιτία και άλλες με του νου τη φαντασία.
Σούμα λοιπόν μετά από μισό αιώνα ζωής/
γεμάτη χρώματα από μνήμες και εποχές.
Αφιερωμένη σε όσους συνέβαλαν θελητά ή αθέλητα
να γραφτούν αυτές οι λέξεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια: